Στην παρούσα ανάρτηση μελετούμε τα όσα γράφει ο Σωτήρης Σοφιανόπουλος στο έργο του ''Οι ''Άγνωστες'' πλουτοπαραγωγικές πηγές της Ελλάδας και η πολιτική τους σημασία'' σχετικά με την ΚΥΔΕΠ, μια κρατική υπηρεσία διακίνησης προϊόντων που απετέλεσε -για μικρό χρονικό διάστημα- λύση στα προβλήματα των αγροτών ήτοι της συλλογής, αποθήκευσης και προώθησης στις αγορές των προϊόντων τους, χωρίς την μεσολάβηση μεσαζόντων- που τελικά έκλεισε.
Έκλεισε λόγω της κακοδιαχείρησης των κυβερνώντων και των υψηλών επιτοκίων με τα οποία δανειζόταν (επιπλέον για το θέμα των πανωτοκίων που διέλυσε τις περισσότερες βιομηχανίες -και όχι μόνον- της πατρίδος μας, δείτε εδώ κι εδώ), πράγμα που θα μπορούσε να αποφύγει αν το κράτος της παρείχε ετησίως τα κονδύλια που απαιτούντο. Η ΚΥΔΕΠ χρεοκόπησε και μόνοι χαμένοι υπήρξαν οι αγρότες, οι καταναλωτές και η πατρίδα μας, που έχασε κάτι καλό που πήγε να γίνει αλλά -όπως στις περισσότερες περιπτώσεις- το κράτος (και οι κυβερνώντες) λειτούργησαν εις βάρος των συμφερόντων των Ελλήνων αγροτών και κτηνοτρόφων (και όχι μόνον, δείτε εδώ, εδώ εδώ κι εδώ). Κι αυτά χωρίς ποτέ να δώσει κάποιος λόγος και γι' αυτή την καταστροφή.
Ιδιαίτερης αξίας χρήζουν οι παρατηρήσεις που κάνει ο Σ.Σ. σχετικά και με την συγκέντρωση κριθαριού που θα έπρεπε να κάνει η ΚΥΔΕΠ αλλά και την επέκταση των δραστηριοτήτων της σε όλες τις γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες καθετοποιημένα. Στην περίπτωση αυτή ο αγρότης ή ο κτηνοτρόφος δεν θα αγωνιούσαν ούτε θα εκβιάζονταν -όπως γίνεται σήμερα- από τους μεσάζοντες για να πουλήσουν τα προϊόντα τους. Αντίθετα η δυνατότητα αγοράς τους και προώθησής τους από έναν φορέα όπως η ΚΥΔΕΠ θα τους αφαιρούσε μέριμνα και απώλεια χρόνου ώστε να αφοσιωθούν στην ανάπτυξη της παραγωγής τους προς όφελος της πατρίδας και του κοινωνικού συνόλου. Πράγμα βέβαια που δεν έγινε.
Σήμερα η αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή είναι περιορισμένη, αυτάρκεια προϊόντων σαν χώρα δεν έχουμε (εδώ) ενώ οι μεσάζοντες και οι πολυεθνικές ελέγχουν τις αγορές και μπορούν έτσι να εκμεταλλεύονται τον κόπο των αγροτών, που πασκίζουν πολλές φορές μόνον για να βγάλουν το κόστος και ένα κομμάτι ψωμί.
Επιπλέον ο Σ.Σ. κάνει αναφορά στην παραγωγή του ουίσκι και της μπύρας από το κριθάρι, χωρίς εμείς να δίνουμε κάποια επιπλέον έκταση, στην παρούσα τουλάχιστον φάση. Οι υπογραμμίσεις παρακάτω ανήκουν σ' εμάς. Γράφει, λοιπόν, ο Σ.Σ.:
Βύνη ή υποπροϊόν κριθής
Στην Ελλάδα υπήρχε μία μεγάλη κρατική επιχείρηση που λεγόταν ΚΥΔΕΠ (Κυβερνητική Υπηρεσία Διακινήσεως Εγχωρίων Προϊόντων). (1) Αυτή σήμερα δεν υπάρχει και πάρα πολλοί άνθρωποι συνεργαζόμενοι με την ΚΥΔΕΠ έχασαν τα χρήματα τους και έμειναν άνεργοι. Όταν κάποιος ταξιδεύει από την Αθήνα προς τη Λάρισα, στο ύψος του Βελεστίνου θα δεί κάτι τεράστια σιλό και ατέλειωτες εγκαταστάσεις με μία μεγάλη πινακίδα ΚΥΔΕΠ, τα οποία δεν λειτουργούν σήμερα. Η ΚΥΔΕΠ συγκέντρωνε το σιτάρι των παραγωγών, διότι τα σιλό των εγκαταστάσεως της ΚΥΔΕΠ (2) βασικώς αποθήκευαν σιτάρι, αλλά δεν συνεκέντρωνε το κριθάρι. Γιατί άραγε, αφού το κριθάρι είναι πολύ πιο ωφέλιμο βιομηχανικό είδος από ό,τι το σιτάρι; (για φύτρο σιταριού δες εδώ) Διότι ενώ και τα δύο μπορούν να δώσουν αρτοσκευάσματα (και όλοι γνωρίζουν τα κριθαρένια παξιμάδια Κρήτης ή το ψωμί από καλαμπόκι που τρώγαμε επί Κατοχής) ο άνθρωπος κατέληξε να τρώει ψωμί από σιτάρι και κριθάρι και όχι από καλαμπόκι λόγω της διαφοράς των πρωτεϊνών.
Έκλεισε λόγω της κακοδιαχείρησης των κυβερνώντων και των υψηλών επιτοκίων με τα οποία δανειζόταν (επιπλέον για το θέμα των πανωτοκίων που διέλυσε τις περισσότερες βιομηχανίες -και όχι μόνον- της πατρίδος μας, δείτε εδώ κι εδώ), πράγμα που θα μπορούσε να αποφύγει αν το κράτος της παρείχε ετησίως τα κονδύλια που απαιτούντο. Η ΚΥΔΕΠ χρεοκόπησε και μόνοι χαμένοι υπήρξαν οι αγρότες, οι καταναλωτές και η πατρίδα μας, που έχασε κάτι καλό που πήγε να γίνει αλλά -όπως στις περισσότερες περιπτώσεις- το κράτος (και οι κυβερνώντες) λειτούργησαν εις βάρος των συμφερόντων των Ελλήνων αγροτών και κτηνοτρόφων (και όχι μόνον, δείτε εδώ, εδώ εδώ κι εδώ). Κι αυτά χωρίς ποτέ να δώσει κάποιος λόγος και γι' αυτή την καταστροφή.
Ιδιαίτερης αξίας χρήζουν οι παρατηρήσεις που κάνει ο Σ.Σ. σχετικά και με την συγκέντρωση κριθαριού που θα έπρεπε να κάνει η ΚΥΔΕΠ αλλά και την επέκταση των δραστηριοτήτων της σε όλες τις γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες καθετοποιημένα. Στην περίπτωση αυτή ο αγρότης ή ο κτηνοτρόφος δεν θα αγωνιούσαν ούτε θα εκβιάζονταν -όπως γίνεται σήμερα- από τους μεσάζοντες για να πουλήσουν τα προϊόντα τους. Αντίθετα η δυνατότητα αγοράς τους και προώθησής τους από έναν φορέα όπως η ΚΥΔΕΠ θα τους αφαιρούσε μέριμνα και απώλεια χρόνου ώστε να αφοσιωθούν στην ανάπτυξη της παραγωγής τους προς όφελος της πατρίδας και του κοινωνικού συνόλου. Πράγμα βέβαια που δεν έγινε.
Σήμερα η αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή είναι περιορισμένη, αυτάρκεια προϊόντων σαν χώρα δεν έχουμε (εδώ) ενώ οι μεσάζοντες και οι πολυεθνικές ελέγχουν τις αγορές και μπορούν έτσι να εκμεταλλεύονται τον κόπο των αγροτών, που πασκίζουν πολλές φορές μόνον για να βγάλουν το κόστος και ένα κομμάτι ψωμί.
Επιπλέον ο Σ.Σ. κάνει αναφορά στην παραγωγή του ουίσκι και της μπύρας από το κριθάρι, χωρίς εμείς να δίνουμε κάποια επιπλέον έκταση, στην παρούσα τουλάχιστον φάση. Οι υπογραμμίσεις παρακάτω ανήκουν σ' εμάς. Γράφει, λοιπόν, ο Σ.Σ.:
Βύνη ή υποπροϊόν κριθής
Στην Ελλάδα υπήρχε μία μεγάλη κρατική επιχείρηση που λεγόταν ΚΥΔΕΠ (Κυβερνητική Υπηρεσία Διακινήσεως Εγχωρίων Προϊόντων). (1) Αυτή σήμερα δεν υπάρχει και πάρα πολλοί άνθρωποι συνεργαζόμενοι με την ΚΥΔΕΠ έχασαν τα χρήματα τους και έμειναν άνεργοι. Όταν κάποιος ταξιδεύει από την Αθήνα προς τη Λάρισα, στο ύψος του Βελεστίνου θα δεί κάτι τεράστια σιλό και ατέλειωτες εγκαταστάσεις με μία μεγάλη πινακίδα ΚΥΔΕΠ, τα οποία δεν λειτουργούν σήμερα. Η ΚΥΔΕΠ συγκέντρωνε το σιτάρι των παραγωγών, διότι τα σιλό των εγκαταστάσεως της ΚΥΔΕΠ (2) βασικώς αποθήκευαν σιτάρι, αλλά δεν συνεκέντρωνε το κριθάρι. Γιατί άραγε, αφού το κριθάρι είναι πολύ πιο ωφέλιμο βιομηχανικό είδος από ό,τι το σιτάρι; (για φύτρο σιταριού δες εδώ) Διότι ενώ και τα δύο μπορούν να δώσουν αρτοσκευάσματα (και όλοι γνωρίζουν τα κριθαρένια παξιμάδια Κρήτης ή το ψωμί από καλαμπόκι που τρώγαμε επί Κατοχής) ο άνθρωπος κατέληξε να τρώει ψωμί από σιτάρι και κριθάρι και όχι από καλαμπόκι λόγω της διαφοράς των πρωτεϊνών.
Επίσης από το κριθάρι παράγεται το πασίγνωστο Whiskey και η μπύρα. Για την παραγωγή τους απαιτούνται μάλιστα τεράστιες ποσότητες κριθής, η οποία υφίσταται ζύμωση. Οι μύκητες τρώνε το μονοσάκχαρο από το άμυλο της κριθής και παράγουν οινόπνευμα, αλλά δεν μπορούν να καταναλώσουν την κυτταρίνη και την πρωτεΐνη της κριθής (βύνη). Αν υπολογίσουμε ότι το κριθάρι είναι περίπου 65-70% σε άμυλο, όπως είναι περίπου και το σιτάρι και το καλαμπόκι 11 για αυτό έχουν περίπου την ίδια βιολογική αξία, 11% είναι οι πρωτεΐνες, γύρω στο 12-15% είναι η υγρασία και το υπόλοιπο είναι κυτταρίνη, η οποία είναι και αυτή υδατάνθραξ αλλά χαμηλοτέρας βιολογικής αξίας γιατί είναι 1 μέρος άμυλο, 8 μέρη κυτταρίνης, που παίζει όμως μεγάλο ρόλο στην μεγάλη κοιλία των μηρυκαστικών και από την μικροβιακή χλωρίδα των μηρυκαστικών της μεγάλης κοιλίας γίνεται η πέψη του ζώου. (σχετικό θέμα με τις δυνατότητες της Ελλάδας δείτε εδώ κι εδώ)
Οι μικροοργανισμοί λοιπόν της μεγάλης κοιλίας, όταν το μηρυκαστικό αναμασά την τροφή του, παίρνει το οξυγόνο της ατμόσφαιρας, διασπά την κυτταρίνη, πολλαπλασιάζεται και έτσι το ζώο πέπτει αυτό το μείγμα, που έχει πιο πολλές πρωτεΐνες λόγω της μικροβιακής χλωρίδος από ό,τι η αρχική του τροφή. Είναι δηλαδή το μηρυκαστικό ένα σαρκοβόρο, αλλά άλλης μορφής και διαδικασίας. Αν το μηρυκαστικό φάει απευθείας την πρωτεΐνη, η πρωτεΐνη αυτή η ζωική, λόγω του αναμηρυκασμού θα παραγάγει αμμωνία, και το ζώο θα πεθάνει.
οι εγκαταστάσεις της ΚΥΔΕΠ στην Λάρισα |